στρατηλασία

στρατηλασία
και ιων. τ. οτρατηλατίη, ἡ, ΜΑ, και στρατηλατία Μ [στρατηλάτης]
μσν.
η υπηρεσία τού στρατηγού, η στρατηγία
αρχ.
1. εκστρατεία
2. (καταχρ.) ο στρατός
3. (γενικά) η στρατιωτική διοίκηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • στρατηλασίᾳ — στρατηλασίαι , στρατηλασία expedition fem nom/voc pl στρατηλασίᾱͅ , στρατηλασία expedition fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίας — στρατηλασίᾱς , στρατηλασία expedition fem acc pl στρατηλασίᾱς , στρατηλασία expedition fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίαι — στρατηλασία expedition fem nom/voc pl στρατηλασίᾱͅ , στρατηλασία expedition fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίαν — στρατηλασίᾱν , στρατηλασία expedition fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίαις — στρατηλασία expedition fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίη — στρατηλασία expedition fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίην — στρατηλασία expedition fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίης — στρατηλασία expedition fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλασίῃ — στρατηλασία expedition fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηλατία — ἡ, Μ βλ. στρατηλασία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”